Κυριακή 26 Αυγούστου 2012

L'eau de Vie



Μιλώ με εσένα που κάθεσαι στο πλάι μου. Εσένα που έκανες το δάκρυ χαμόγελο, έστω για μια στιγμή. Το δικό σου και το δικό μου. Μιλώ με εσένα που με διαβάζεις τώρα και κάνεις τσουλήθρα στο «ύψιλον» και παίζεις κρυφτό στο «ωμέγα». Εσένα που αποκοιμήθηκες θεραπευόμενη και ξύπνησες θεραπευμένη. Ή μήπως ήταν αντίστροφα; Μιλώ με εσένα που έφερες χρώματα μαζί σου από τις διακοπές και χώματα από τις ενοχές. Εσένα που άκουσες λέξεις σκληρές, που είπες λόγια γλυκά. Ή μήπως ήταν αντίστροφα; Γύρισες με χάδια και ξεφλουδίσματα, ταχυπαλμίες, μελαγχολίες, νοσταλγίες. Γύρισες με ζάλη αλκοολούχα και περπάτημα, με άμμο κι επιθυμία. Μιλώ με εσένα που ήπιες από το «νερό της ζωής» και είπες ότι θα το φέρω μαζί μου εδώ και θα το κάνω λέξεις. Εσένα που έγινες σκιά σε μια φωτογραφία, φωτιά σε μια βιογραφία. Μιλώ με εσένα που βυθίστηκες στο άγνωστο και το γνώριμο, στο ώριμο και το ανώριμο. Εσένα.

Θυμάσαι εκείνη την νύχτα που αφόπλισες την υψηλή υγρασία με ένα πεφταστέρι; Όπλισες τα χέρια σου, αρμάτωσες την φιγούρα σου και με μια ισχυρή εκπνοή έστειλες τη μυρωδιά από το φρέσκο θυμάρι στους δρόμους της μακρινής πόλης. Σαν τον ξενομπάτη, που απλώνει τα βήματά του σε αφρούς και σε ασφάλτους, σε βυθούς και σε πατώματα. Κάπως έτσι είναι οι σιωπές. Πλεγμένες σαν αυτοσχέδιο φυλαχτό στο πάθος τους. Κάπως έτσι είναι οι κραυγές. Γαντζωμένες στην άκρη ενός μολυβιού που υπογραμμίζει  φράσεις που φαντάζουν ενδιαφέρουσες σε ένα βιβλίο.

Μοιράζεσαι, δίνεσαι, απομακρύνεσαι, κρύβεσαι, γελάς, φωνάζεις, κλαις, σωπαίνεις, δίνεις, παίρνεις, φωλιάζεις, αγκαλιάζεσαι, στενάζεις, αγχώνεσαι, αδειάζεις, παγώνεις, χορεύεις, βουλιάζεις, ζεις, ονειρεύεσαι, εύχεσαι, ερεθίζεσαι, εμπιστεύεσαι, φοβάσαι, ρισκάρεις, επιτίθεσαι, λανθάνεις, πονάς, ερωτεύεσαι. Μιλώ με εσένα που κλείνεις τα μάτια όταν τραγουδάς. Εσένα που όταν φιλάς η ανάσα σου κόβεται και γίνεται φιάλη του οξυγόνου σου η λαχτάρα. Μιλώ με εσένα που προσφέρεις το γυμνό σου κορμί σε βλέμματα. Εσένα που ρίχνεις τον γυμνό σου εαυτό σε πηγάδια. Ένα άγγιγμα που δεν μένει μόνο στο δέρμα, μονάχα τότε μετουσιώνεται σε χάδι.

Κάπως έτσι μια δροσερή γουλιά διώχνει την αφυδάτωση, μια επανάσταση έχει πάντοτε αιτία, ένα μελωδικό πρωινό ξύπνημα μένει αξέχαστο, ένα μακροβούτι σε ζεστά πράσινα νερά διώχνει “τέρατα”. Κάπως έτσι μια νέα γεύση χαρίζει χρόνο ζωής και αποστειρώνει ανασφάλειες, μια νύχτα σε έναν ολοσκότεινο τόπο μοιάζει ολόφωτη, ένας χορός μοιάζει με έρωτα, ένας φάρος με πλοίο. Κάπως έτσι σηκώνονται γροθιές στο αέρα, υψώνονται εφευρέσεις στα σύννεφα, ανακαλύπτονται θαύματα και χαμόγελα πίσω από τις μεσοτοιχίες, κρυμμένα μυστικά κουτιά πίσω από ένα σπασμένο πλακάκι στο μπάνιο. Κάπως έτσι γέννιουνται οι οργασμοί, πληθαίνουν οι προορισμοί, αίρονται οι φραγμοί. 

Μιλώ με εσένα που με κοιτάζεις, που με ακούς. Εσένα που με ρώτησες αν βρήκα ίσως αυτό που έψαχνα. Βρήκα πράγματα που δεν είχα.

Μιλώ με εσένα. Μιλώ με εμένα.


Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Συνταγή


...μια ιστορία χρόνων στο εδώ και στο τώρα, χαρισμένη...


συνοδευόμενη από ένα απόσπασμα του "Cap ou pas cap...?" :


"Κι αν ο κλιματισμός της ζωής μου χαλάσει και σε μέρες καύσωνα σαν κι αυτήν δεν μπορώ να σε δροσίσω με την ίδια ευκολία και την ίδια επιτυχία; Κι αν σου ζητήσω να μαζέψεις ότι απέμεινε από το δέρμα μου στα σεντόνια και να το πετάξεις από το μπαλκόνι; Αντέχεις να μην με ρωτήσεις γιατί; Κι αν σου ζητήσω να διαλέξεις ανάμεσα στην ομορφιά και στα σκουπίδια; Μπορείς να μην μου θυμώσεις; Αντέχεις; Κι αν σου πω πως αισθάνομαι για σένα μπορείς να μην προσπαθήσεις να προσγειώσεις τα λεγόμενά μου; Ε; Κι αν σου ζητήσω να με ξεδιψάσεις; Αντέχεις να παραδεχτείς ότι το κάνεις από έρωτα; Μπορείς να με βοηθήσεις να αλλάξω και τα τελευταία κομμάτια δέρματος που απέμειναν γαντζωμένα στα μπράτσα μου; Αντέχεις να φιλήσεις τις πληγές μου και να χαϊδέψεις τα πόδια μου; Αντέχεις να ξετυλιχτείς από το σεντόνι που κρύβει το κορμί σου και να πετάξεις την μάσκα της θλίψης στην θάλασσα;"


Πέμπτη 31 Μαΐου 2012

Αφορμή Πολέμου



σε μια στιγμή αλλάζει μια ζωή
μονάχα πάθος να γεννάς
να ανάβεις σπίθα μιας φωτιάς

έξω να βγαίνεις
από τοίχους τέταρτους

κι εκεί στο ακριβώς μετά το ίσον

σαν ισοκράτημα η φωνή σου 
στα συνθήματα
σαν χαμογέλιο το κορμί σου
στα πατήματα

άνω σαν θρώσκεις 
από απόγνωση, οργή, ανεμελιά ή ελπίδα
έχε το χέρι σου σ’ ένα άλλο χέρι
σφιχτά κι ελεύθερα.





[ ...οι λέξεις γεννήθηκαν στους τίτλους τέλους της ταινίας μικρού μήκους: casus belli .
Ευχαριστώ στην Roadartist , η οποία την έφερε εντός μου. ]



Δευτέρα 28 Μαΐου 2012

twelve

[ απόσπασμα ενός Μάη, δώδεκα χρόνια πριν ]



...άλλη μια άνοιξη ξανά
με πρωτοβρόχια και σκισμένα πανιά
γιορτές, λουλούδια κόκκινα
ξενιτεμένα όνειρα
που ζουν ακόμη
κι είναι βρεγμένοι οι δρόμοι
κι όπου κοιτάζω εσένα έχω στην ματιά
δυο μπλε ουρανούς με σύννεφα ξανθά
μια τρικυμία
μια τιμωρία
κάτι φωνάζει από μίλια μακριά

για περίμενε, να δεις
ένας είναι ο ουρανός της γης
μία δύση, μια ανατολή
κι ένα γέλιο έτσι για αρχή

άλλη μια άνοιξη ξανά
κι είναι το καλοκαίρι που έλεγες κοντά
πάλι ταξίδια
κι άλλα στολίδια
να 'σαι καλά κι ας είσαι μακριά
τι κι αν ο χρόνος είναι εχθρός για τα καλά
μα όχι για πάντα
τι πάει να πει «για πάντα»;
κάτι φωνάζει από μίλια μακριά

για περίμενε και μη μου πεις
τι δεν θα 'δινες να χαθείς
στο τσιγάρο της, καπνός
μες την πόλη του φωτός

άλλη μια άνοιξη ξανά
με 7 χειμώνες και λυτά τα μαλλιά
με κάποια λόγια και τα μάτια στεγνά
πόσο μου λείπεις.