Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2008

Το ξόρκι



Μυρίζει ο αέρας και δίπλα μου το τέρας
που άνοιξε την πόρτα του μυαλού
"Ποιον λες θα φοβερίσεις;", του λέω, "Μη νομίσεις!"
"για την καρδιά δεν πας από τον νου"

μα εκείνο με κοιτάζει, στέκει και δεν χλωμιάζει
μάλλον δεν θα του ήμουν πιστευτός
τυλίγει το κορμί του μες στο λινό πανί του
έξω και μέσα κρύωσε ο καιρός

Δεν βρίσκω τρόπο να κλείσω τα αμπάρια της ψυχής μου
να οδηγήσω την ζωή μου
μέσα σε σπήλαια κυνηγημένος στους διαδρόμους
ως της καρδιάς τους υπονόμους
να σε ψάξω... να σε φτάσω.

Ο ήλιος με έχει στήσει, δεν λεει να γυρίσει
λες και το κάνει επίτηδες, θαρρώ
το τέρας στο σκοτάδι κινείται σαν το χάδι
και δεν αφήνει ίχνη να το βρω

Ακούω, κρυφακούω, τίποτα δεν ακούω
ακόμα και τα μάτια σου ξεχνώ
κοιτάζω την σκιά μου δίπλα στα βήματά μου
φωνάζει και η βροχή, "Σε προσπερνώ!"

Δεν βρίσκω τρόπο να κλείσω τα αμπάρια της ψυχής μου
να οδηγήσω την ζωή μου
μέσα σε σπήλαια κυνηγημένος στους διαδρόμους
ως της καρδιάς τους υπονόμους
να σε ψάξω... να σε φτάσω.




[ τέλος δεύτερου Δεκέμβρη ]


Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2008

Hope there's someone

[ photo : Ionion in December ]

Σε έχω ανάγκη απόψε, όσο ποτέ. Απόψε, που αναβοσβήνω στο τυχαίο τέμπο των πολύχρωμων πυγολαμπίδων που έχουν κουρνιάσει στα κλαδιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου. Απόψε, που το αλκοόλ μου τρυπάει το δέρμα σαν ξαφνικός χιονιάς και που ο καπνός έχει απενεργοποιήσει τα φώτα ομίχλης δωματίου. Απόψε, που το ταβάνι παίζει ένα ψυχολογικό θρίλερ στις γωνίες του και που το πολυκαιρισμένο χαλί αποτρέπει το σώμα μου από το να επιστρέψει σε όρθια στάση.


Απλώνω το χέρι μου, πιάνω το παγωμένο ποτήρι και το φέρνω στα χείλη μου. Λες να παγώσουν μαζί του και οι φωνητικές μου χορδές; Λες να βραχνιάσει η φωνή μου και να μην την αναγνωρίζω; Λες να μπουν τα δάχτυλά μου σε ψύξη και το μυαλό μου να πήξει, όπως μου έλεγαν για όταν θα μεγαλώσω; Λες να ωριμάσω; Κι αν πέσω από το δέντρο μου σαν ένα γυάλινο ακριβό φρουτοστολίδι; Δεν θα σπάσω τότε πιο εύκολα, έτσι παγωμένος που θα'μαι; Λες να προλάβεις να με πιάσεις λίγο πριν την πρόσκρουση και η απότομη θερμότητά σου να με διπλοφουρνίσει; Μην με κάψεις, μονάχα. Αλλιώς, άσε με να πέσω. Ίσως το χαλί να γίνει μαγικό και να με σώσει, ενώ θα απογειώνεται.

Δεν έχω αφήσει για ώρες σε καμμία μελωδία να ζωγραφίσει πεντάγραμμα στις ψευδαισθήσεις μου για να μπορώ να αναρωτιέμαι ανεμπόδιστα για τον χορό που κάνει το ψιλόβροχο στην τέντα μου. Να αναρωτιέμαι αν είναι κάποιο ξωτικό που μεθυσμένο από τα φώτα της γιορτής, κάνει μικρά βηματάκια εκεί πάνω ή αν είναι κάποια νεράιδα που έφτασε μέχρι εδώ για να μου μεταφέρει κάποιο χαρμόσυνο μήνυμα, αλλά φοβάται τις πυγολαμπίδες και δεν έρχεται μέσα. Να δεις που είναι μαζί και οι δύο. Κάτι σκαρώνουν εκεί πάνω. Λες να είναι ερωτικός ο χορός, τελικά; Μόνο αν χορέψουν θα το μάθουν. Η άγνοια και η αμφιβολία, αλλωστε, δεν έδωσαν ποτέ απαντήσεις. Ούτε η απόσταση δίνει λύσεις.

Τεντώνω το κορμί και κάνω τα κόκκαλά μου να τρίζουν πότε σε διέσεις και πότε σε υφέσεις. Φτιάχνω σενάρια στο μυαλό μου πως μου χτυπάς την πόρτα κι εγώ ξαφνιασμένος ανοίγω, χωρίς να ρωτήσω, και σε βλέπω μπροστά μου. Δυσκολεύομαι να αναγνωρίσω την μορφή σου σαν να μην σε έχω ξαναδεί. Σαν να σε αντικρίζω για πρώτη φορά. Μήπως, όμως, όντως σε βλέπω για πρώτη φορα; Δεν με νοιάζει. Μου αρκεί που είσαι εδώ. ...Και ξαφνικά μια σύζευξη διαρκείας με επαναφέρει ακριβώς εδώ. Κόρνα από τον δρόμο ήταν, τελικά, κι όχι σύζευξη. Μια ακόμη κόρνα από κάποιον που επιθυμεί να τραβήξει την προσοχή, για τον δικό του λόγο. Την δική μου, πάντως την τράβηξε. Καλύτερα, εδώ είναι πιο αληθινά. Εντάξει, κέρδισες! Σταμάτα να κορνάρεις! Σ' ακούσαμε!

Το πήρα απόφαση. Σηκώθηκα και κάθησα στον καναπέ. Λες να βγω έξω; Μπα, δεν έχω όρεξη. Αδειάζω μια τελευταία αλκοολούχα γουλιά στα σπλάχνα μου και βαφτίζομαι για μια στιγμή Ονειροκρίτης. Έτσι ερμηνεύω ακίνδυνα τους εφιάλτες μου και τους χρήζω "όνειρα". Την επόμενη στιγμή βαφτίζομαι Σταλακτίτης. Έτσι δημιουργώ ένα πιο πετυχημένο, ίσως και πιο ισχυρό, ομοίωμά μου, απέναντί μου, κι αισθάνομαι Θεός. Τώρα, βαφτίζομαι Νικητής. Έτσι μπορώ να πετάξω, να εξαφανιστώ, να ταξιδεψω στον χρόνο, να κινηθώ στον χώρο, να γίνω αόρατος. Λες να είναι καλύτερα αν βαφτιστώ Άνθρωπος; Καλή ιδέα! Ετσι μπορώ να γίνω ορατός.

Σε έχω ανάγκη απόψε, όσο ποτέ. Απόψε, που μοιάζει το νοθευμένο οξυγόνο σαν ξεκλείδωτο κλουβί, από το οποίο όμως διστάζεις να βγεις. Απόψε, που οι καταρράκτες των εκούσιων ή ακούσιων επιλογών θυμίζουν αυνανιζόμενη ανατροφοδότηση ανασφάλειας. Απόψε, που το κρακ της συστολής των ξύλινων επίπλων λόγω της ανοιχτής μπαλκονόπορτας, μοιάζει με μετρονόμο που μετράει αντίστροφα δίχως την απαιτούμενη περιοδικότητα. Απόψε, που ένα φιλί στα χείλη σου θα οδηγούσε σε αναστροφή των μαγνητικών μου πόλων και σε μια πιο εύκολη κατάποση του σάλιου μου.

Σε έχω ανάγκη απόψε. Όποιο κι αν είναι αυτό το "απόψε". Έλα, κι ας είναι η πρώτη φορά που σε βλέπω.

Έλα.


Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Sortie


…είναι μυστικό! Μην το πεις σε κανέναν. Κράτησέ το μέσα σου και άφησέ το να ανθίσει, μέχρι η μυρωδιά του να μπερδέψει την αναπνοή σου και να μην ξέρεις αν την εισπνέεις ή αν την αναδύεις. Πότιζέ το κάθε νύχτα, τα μεσάνυχτα, με ένα κοκτέιλ τριών συστατικών. Μία σκέψη, μια απόφαση και μια πράξη. Οι αναλογίες είναι δικό σου θέμα. Άφησε τους χτύπους της καρδιάς σου να συντονίσουν τα υγρά του σώματός σου και επέτρεψε στο περιοδικό «άνοιξε-κλείσε» των βλεφάρων σου να γίνει η μελωδία που θα το αναθρέψει σωστά για να μπορέσει να χρωματίσει τα μάτια σου σύντομα και να διεγείρει τα χείλια σου αργά. Σίγουρα, κάποιες λέξεις θα φτάνουν στον κυματισμό της γλώσσας σου, οι οποίες θα αλλάζουν χροιά κάθε ξημέρωμα σε κάθε αλλαγή στάσης του κορμιού σου επάνω στο κρεβάτι. Κάποιες ίσως δραπετεύσουν. Κάποιες, όμως όχι. Χρειάζεται υπομονή και προσοχή για να μην φανερωθεί το μυστικό. Ίσως, εκείνο προσπαθήσει να ξεφύγει από μέσα σου για να κατακτήσει τον κόσμο κι εσένα μαζί, όχι όμως πριν είναι αρκετά ώριμο. Δεν είναι κρίμα, σε μια στιγμή αδυναμίας να το χάσεις;

Στο μεσοδιάστημα μεταξύ δύο σκοταδιών ενυπάρχει η ίδια η ζωή. Δεν είναι όμως ανέγγιχτη από αυτά. Την διαβρώνουν εκεί στις άκρες, και αν βρουν πρόσφορο μονοπάτι προχωρούν μέχρι το ρουά ματ. Στο μεσοδιάστημα μεταξύ δύο πολέμων ενυπάρχει η ειρήνη. Η ειρήνη και η ζωή, ακόμα κι αν είναι όμορφες, ποθητές και σέξυ, ακόμα και αν τα έχουν με άλλους, όπως λέει η ρήση, ακόμα και αν διαβρώνονται από τις απροσεξίες τους ή διαμορφώνονται από τις επιλογές τους, είναι ακόμα εδώ. Εδώ είμαι κι εγώ.

Για αυτά τα δύο μεσοδιαστήματα, λοιπόν, το μυστικό σου γίνεται ακόμα πιο ισχυρό, όσο το φροντίζεις και δεν το παραμελείς. Άλλωστε, μην ξεχνάς ότι και να αφήσεις το μυαλό σου να σε τραβήξει μακριά του, η καρδιά σου δεν πρόκειται να υποκύψει. Αργά ή γρήγορα θα σου το φέρει μπροστά στα μάτια σου σε υψηλή ευκρίνεια, για να διακρίνεις καλύτερα την κάθε λεπτομέρεια και να μπορείς να ανακαλύψεις την όποια ατέλεια. Σίγουρα θα υπάρχουν περισσότερες από μία.

Για να σε προλάβω…, μην προσπαθείς τώρα να το εντοπίσεις, ή ακόμα καλύτερα, να το θυμηθείς, καθώς περί αυτού πρόκειται στην ουσία. Πιθανόν, δεν έχει νόημα. Δεν θα έχει, άλλωστε, το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όχι «σε αυτή την φάση», τουλάχιστον. Έχε υπομονή. Κι εκείνο το ίδιο κάνει και σου κλείνει το μάτι πονηρά αυτή την στιγμή…

Τι σου λείπει; Μην σκεφτείς, απάντησε σπασμωδικά. Αν η αυθόρμητη απάντηση ήρθε παρέα με έναν αναστεναγμό και με ένα αχνό χαμόγελο τότε είναι κατάλληλες οι συνθήκες, να ξεκινήσεις το πότισμα. Αν και πιστεύω ότι το έχεις ήδη ξεκινήσει. Καλή συνέχεια.

Οι κατάλληλες συνθήκες δεν έχουν να κάνουν με θερμοκρασίες, με τακτικές και με ψυχικούς εξαναγκασμούς. Έχουν να κάνουν με τις αισθήσεις σου και με το πως αντιλαμβάνεσαι τον χώρο σου, είτε είσαι στο δωμάτιό σου και ξεχνιέσαι σε οθόνες, είτε βγαίνεις στους δρόμους και ξεχνιέσαι σε έρωτες, είτε δουλεύεις, είτε σωπαίνεις, είτε μιλάς, είτε εξαφανίζεσαι, είτε αφανίζεσαι, είτε θυμώνεις, είτε χαμογελάς, είτε κλαις. Όπου κι αν είσαι, ο χώρος σου είναι αποκλειστικά δικός σου. Δεν είσαι εσύ, άλλωστε, μέρος του κόσμου… εκείνος είναι κομμάτι σου.

Αυτές τις συνθήκες αναζητώ κι εγώ, κι ας ξέρω ότι οι πιο κατάλληλες είναι «όταν θέλω». Άρα γιατί να τις αναζητώ και να χάνω χρόνο; Έλα ντε! Αν η θεωρία ήταν ένα τζάμι, για να φτάσεις στην πράξη το μόνο που σου απομένει θα ήταν να το θολώσεις και να σχηματίσεις το θέλω σου σαν γράφημα με το γυμνό σου δάχτυλο επάνω του. Βολεύει, φυσικά, όταν κάνει κρύο έξω… Γίνεται πιο εύκολο. Όταν όμως κάνει κρύο και μέσα, τότε τα πράγματα κρατιούνται σε μια απόσταση ασφαλείας ή ανασφάλειας. Αξίζει όμως τον κόπο. Κι αν παραμένει άπιαστο σαν όνειρο, τότε, απλά σπας το τζάμι και δεν ζωγραφίζεις. Απλά, μιλάς. Βρίσκεις τα κότσια και μιλάς… και ό,τι ήθελε προκύψει. Αυτό κάνει τα μεσοδιαστήματα πικάντικά και επιθυμητά, ανεξαρτήτως αποτελέσματος.

…είναι μυστικό! Όταν η σιγουριά θα έχει ανοίξει διάπλατα τους πόρους σου, όταν δεν θα σε νοιάζει αν έξω φυσάει ή βρέχει, όταν η πρόκληση θα είναι ξαπλωμένη στην παλάμη σου, όταν τα γράμματα και οι λέξεις δεν θα έχουν πια σημασία, όταν το διάφραγμά σου θα κάνει την αναπνοή σου πιο ήσυχη, όταν θα βγάζεις εισιτήρια και θα ταξιδεύεις μέχρι την άκρη του κόσμου ακόμα και με το νου σου, όταν δεν θα έχει σημασία αν έχει πανσέληνο ή όχι, όταν το «μετά» θα μοιάζει ανούσιο μπροστά στο «τώρα», όταν το χέρι σου θα ανταποκρίνεται στο ξαφνικό άγγιγμα για πρώτη φορά, όταν τα βήματά σου δεν θα φοβούνται την σκιά σου κι όταν οι μελωδίες του μυαλού σου θα γαργαλάνε ερεθιστικά τον λαιμό σου τότε δεν θα είναι πια μυστικό. Όχι για τους άλλους, αλλά για τον ίδιο σου τον εαυτό.

Μην ψάχνεις μακριά. Μην ψάχνεις να βρεις την ευτυχία σε λέξεις ή σε μνήμες και μην προσπαθείς να την δημιουργήσεις ή να την αποδεχτείς. Κι αν στραβά αρμενίζεις, ή αν είναι στραβός ο γιαλός, μην απογοητεύεσαι. Μην ψάχνεις να βρεις τον εαυτό σου σε λέξεις, σε φράσεις που ήδη έχουν γραφτεί ή έχουν ειπωθεί. Ούτε εμένα μην με ψάχνεις εκεί μέσα για να με αισθάνεσαι κοντά σου. Ψάξε μέσα σου εσένα. Ψάξε μέσα σου εμένα.


Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Venceremos

"...και όταν θα 'ρθουν οι καιροί, που θα 'χει σβήσει το κερί στην καταιγίδα
υπερασπίσου το παιδί, γιατί αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα."


[ photo : portrait... by andreinacu ]

Σε έναν αιώνα μακρινό, υπήρχε ένα μυστικό
ήταν κοινό, και το μοιράζονταν δυο τόποι
ο ένας κάπου στον βορρά, ο άλλος ήταν νότια
κι ανάμεσα τους ένα τείχος από χιόνι

Πιστεύανε σε τρεις Θεούς, πως αν σωπαίνεις τους ακούς
μέσα απ’το τείχος, σαν νυχτώνει και γελάνε
η μια ήταν η Θεά Καρδιά, ο άλλος ο Θεός Νους
που ήταν στείρος και δεν είχανε παιδιά
μέχρι τη μέρα που γεννήθηκε η Ιλεμά

Ιλεμά, για τα μάτια σου ταράχτηκε η Καρδιά
Ιλεμά, για τα μάτια σου ο Νους πήρε φωτιά

Η Θεά για θαύμα μίλαγε, μα ο Θεός δεν πίστευε σε αυτά
«Θα την σκοτώσω!», έλεγε, «με το σπαθί μου!»
μα σαν περνούσαν οι βραδιές και το μωρό χαμογελούσε
ο φόνος αναβλήθηκε μέχρι νεωτέρας
τους εφιάλτες του σκορπούσε ο αέρας

Ιλεμά, για τα μάτια σου ταράχτηκε η Καρδιά
Ιλεμά, για τα μάτια σου ο Νους πήρε φωτιά

Μετά από χρόνια η Ιλεμά, με την μαμά Καρδιά
και με τον Νου μπαμπά, ανέβηκε στο τείχος
κοίταξε ανατολικά, κι ύστερα πάλι δυτικά
μα όμως δεν είδε τους Θεούς πίσω απ’το χιόνι
που τους ακούει σαν νυχτώνει να γελούν...

Ιλεμά, για τα μάτια σου ταράχτηκε η Καρδιά
Ιλεμά, για τα μάτια σου ο Νους πήρε φωτιά

Ιλεμά, για τα μάτια σου χτυπάει η καρδιά



[ βάλε φωτιά σε ό,τι σε καίει σε ό,τι σου τρώει τη ψυχή
υπάρχει ακόμα, υπάρχει κάτι που δεν έχει χαθεί ]



Χρόνια πολλά Ιλεμά