Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2008

Sur le fil

Η πόρτα της εισόδου ήταν ανοιχτή. Δεν αναγκάστηκε, λοιπόν, αυτή την φορά, να ψάξει ανάμεσα σε όλα τα απαραίτητα ή μη απαραίτητα αντικείμενα που κρατάει καλά φυλαγμένα στην τσάντα της, για να εντοπίσει τα κλειδιά της. Ανέβηκε τα σκαλοπάτια με τον αφοπλιστικό της αέρα, κάλεσε το ασανσέρ και στάθηκε να περιμένει. Δεν ανταποκρίθηκε, όμως, στο κάλεσμά της και αυτό αρχικά την παραξένεψε κι εν συνεχεία της χάλασε την διάθεση. Τα τακούνια είχαν κουράσει τα πόδια της και το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε εκείνη την στιγμή ήταν να ανεβεί τέσσερις ορόφους από τις σκάλες. Έριξε μια κλεφτή ματιά στον καθρέφτη για να επιβεβαιώσει τον άσχημο μορφασμό της και το πήρε απόφαση. Άλλωστε δεν είχε κι άλλη επιλογή. Εδώ, οι άνθρωποι δεν ανταποκρίνονται πάντα στο κάλεσμά σου και δεν αναλαμβάνεις πρωτοβουλία να κάνεις κάτι, αν αξίζει τον κόπο, με τις μηχανές πώς να τα βγάλεις πέρα; Ο πρώτος όροφος φανερώθηκε στο βλέμμα της γρήγορα. Ο δεύτερος μούδιασε ελαφρά τους μηρούς της. Στον τρίτο, στάθηκε μερικά δευτερόλεπτα, επέτρεψε σε μερικές τζούρες αέρα να ξεκουράσουν τα πνευμόνια της και συνέχισε για την κατάκτηση της κορυφής. Ήταν πια έξω από το διαμέρισμά γεμάτη με ένα κοκτέιλ νίκης και λαχανιάσματος που είχε κάνει το στήθος της να πάλλεται σαν παλέτα στα χέρια ενός εκστασιασμένου ζωγράφου. Ίσιωσε την φούστα της, φρόντισε την συμμετρική εμφάνιση του γιακά του πουκαμίσου της και χτύπησε το κουδούνι, ελπίζοντας πως εκείνος δεν θα κοιμάται με τις ωτοασπίδες στα αυτιά. Τι περίεργο στ’ αλήθεια; Είχε το κλειδί της εισόδου μα όχι του διαμερίσματός. Ένιωθε σαν να της επέτρεπε να φτάσει στην πηγή, μα το νερό θα έρεε για να εισχωρήσει στην σάρκα της μόνο μετά την άδειά του. Αυτό την θύμωνε από την μία, μα της έδινε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Τουλάχιστον, έτσι νόμιζε ή έτσι ήθελε να νομίζει. Τι παιχνίδι κι αυτό!

- Πώς σε λένε σήμερα;
- Άνοιξέ μου και θα το συζητήσουμε μέσα.
- Δεν μπορώ να σου ανοίξω αν δεν ξέρω πως σε λένε σήμερα.
- Μωρό μου, με λένε όπως και χθες. Είμαι πολύ κουρασμένη, σε παρακαλώ.

Άνοιξε την πόρτα. Του άρεσε να δυσκολεύει λίγο την κατάσταση αλλά δεν ξεπερνούσε τα όρια. Γνώριζε τόσο καλά τον τόνο της φωνής της. Ήξερε πότε η χαρά γαργαλούσε τις φωνητικές της χορδές, πότε η λύπη κρυβόταν πίσω από το κούμπωμα της αλυσίδας στο πόδι της και πότε ο θυμός ζωγράφιζε τα νύχια της. Την ήξερε καλά. Τουλάχιστον, έτσι νόμιζε ή έτσι ήθελε να νομίζει. Την κοίταξε στα μάτια κι έλαμψε το πρόσωπο του. Ήταν ένα από τα λίγα πράγματα που μπορούσαν να τον αρπάξουν από τον πάτο του μαγγανοπήγαδου και να τον τραβήξουν και πάλι στην επιφάνεια. Δεν της το είχε πει. Απέφευγε να της πει πως αισθάνεται, απέφευγε να τις ανοίξει διάπλατα τις «πόρτες» του, γιατί φοβόταν μήπως και την χάσει. Δεν της έλεγε ψέματα. Δεν της έλεγε όμως και όλη την αλήθεια. Για κάποιους αυτό θα ήταν πισινή, για άλλους τακτική, για κάποιους φόβος και για άλλους λάθος. Τι παιχνίδι κι αυτό!

Της έδωσε ένα φιλί κι ύστερα με μια γρήγορη κίνηση την σήκωσε στα χέρια του αιφνιδιάζοντάς την.

- Μα καλά τι κάνεις; Είσαι τρελός;
- Εσύ δεν είπες ότι είσαι κουρασμένη;
- Ε ναι… αλλά…
- Αν δεν σου αρέσει σε αφήνω τώρα.
- Καλά ντε! Μια κουβέντα είπα!

Της άρεσε, αλλά δεν το ξεστόμισε γιατί δεν ήταν σίγουρη πως προτιμούσε την συμπεριφορά του. Δεν ήξερε αν αυτό που την εξίταρε ήταν η ασφάλεια που ένιωθε μαζί του ή η ανασφάλεια που έκρυβε πίσω από την σιγουριά του. Δεν ήξερε αν το μυστήριο ήταν το μεγάλο του χαρτί ή η τρυφερότητα. Δεν ήξερε αν την έλκυε η ψυχή του ή το κορμί του. Του χαμογέλασε όμως κι έκλεισε τα μάτια της μέχρι που την άφησε επάνω στον καναπέ. Εκείνη πήγε κάτι να προφέρει μα με το χαρακτηριστικό νεύμα της σιωπής, της την επέβαλλε. Της έβγαλε τα ρούχα τελετουργικά, σιγά σιγά, μέχρι που έμεινε ολόγυμνη μπροστά του. Στάθηκε να την κοιτάζει για μερικά λεπτά χαϊδεύοντας πότε με την εξωτερική και πότε με την εσωτερική πλευρά του χεριού του το σώμα της, το πρόσωπό της, τα μαλλιά της.

- Μου λείπεις
- Εδώ είμαι, αφημένη στα χέρια σου. Γιατί το λες αυτό;
- Μου λείπεις, μέσα μου.
- Δεν σε καταλαβαίνω.
- Ούτε κι εγώ, όσο κι αν έχω προσπαθήσει, εκεί που έχει ζέστη ξαφνικά πιάνει ψύχρα.
- Σου αρέσει να βασανίζεσαι ε;
- Μου αρέσει να μοιράζομαι την ζωή μου μαζί σου.
- Και τότε γιατί δεν μου δίνεις το κλειδί του σπιτιού;
- Γιατί σε θέλω.
- Μήπως φοράς ακόμα τις ωτοασπίδες; Άλλο σε ρώτησα.

Η απάντησή του ήταν ένα άγγιγμα των δαχτύλων του στα χείλη της. Έβγαλε τα ρούχα του. Η σιωπή επέστρεψε. Όσο κι αν τα δόντια τους έκλειναν αεροστεγώς την έξοδο λέξεων που θα μπορούσαν να τους βγάλουν από τις αμφιβολίες και να επιτρέψουν στην αυτοπεποίθησή τους να αναλάβει τα ηνία της κοινής τους ζωής, δεν το έκαναν. Δεν τους τρόμαζε η σιωπή, άλλωστε. Σε αυτό είχαν συμφωνήσει. Πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα αν ήταν ξεκάθαρα! Τι παιχνίδι κι αυτό!

Φίλησε τα τρία αγαπημένα σημεία πάνω της, το πάνω μέρος του ποδιού της, την κοιλιά της και τον λαιμό της. Άφησε έτσι την γλώσσα του να δραπετεύσει ταξιδεύοντας στο υγρό της κορμί, που δευτερόλεπτο με το δευτερόλεπτο ξαναγεννούσε το λαχάνιασμα που είχε νωρίτερα. Χαμογέλασαν ο ένας στον άλλον χωρίς να πουν λέξη. Εκείνος γεύτηκε τον πρώτο της οργασμό σαν δυνατό αλκοολούχο κέρασμα κι ύστερα ταξίδεψε μέσα της πότε με δύναμη και πότε με αδυναμία για να συντονίσει το δικό του πλέον λαχάνιασμα με το δικό της.

- Θέλω, όποιος είναι μαζί μου, να θέλει τόσο το μυαλό μου όσο και το κορμί μου.
- Κι εγώ το ίδιο θέλω.

Την σήκωσε στα χέρια του και την πήγε στο κρεββάτι. Οι σκέψεις τον πονούσαν αλλά ήθελε αντί για λέξεις, πλέον να αφιερωθεί στις πράξεις. Της ζήτησε να κοιτάξει κάτω από το μαξιλάρι της. Υπήρχε ένας φάκελος. Τον έσκισε γρήγορα, μην μπορώντας να φανταστεί τι ήταν κρυμμένο εκεί μέσα. Δεν ήξερε αν έπρεπε να χαρεί ή να τρομάξει. Μέσα σε ένα κόκκινο βελούδινο πανί ήταν τυλιγμένο ένα κλειδί. Δεν ήξερε αν έπρεπε να χαρεί ή να τρομάξει. Τον κοίταξε στα μάτια κι ένα δάκρυ φάνηκε εκεί σαν σταλακτίτης να μεγαλώνει. Άγγιξε το βελούδο στο πρόσωπό του, το σκούπισε και τον φίλησε. Εκείνος έκανε το ίδιο. Το αχνό φως του δρόμου φώτιζε το ταβάνι, και τα τζάμια ήταν θολά από τις εκπνοές, κρατώντας την «αδιακρισία», την «απουσία» και την «συνήθεια» απ’ έξω. Του είπε καληνύχτα… κι εκείνος της διάβασε το αγαπημένο του παιδικό νανούρισμα…

"A man of words and not of deeds
Is like a garden full of weeds,
And when the weeds begin to grow,
It’s like a garden full of snow.
And when the snow begins to fall,
It’s like a bird upon the wall,
And when the bird away does fly,
It’s like an eagle in the sky.
And when the sky begins to roar,
It’s like a lion at the door.
And when the door begins to crack,
It’s like a stick across your back,
And when your back begins to smart,
It’s like a penknife in your heart,
And when your heart begins to bleed,
You’re dead, you’re dead, you’re dead indeed."


"Sur le fil"

14 σχόλια:

  1. .....Διάβαζα και δεν ήθελα να τελειώσει αυτή η ιστορία...θέλω τη συνέχεια της...Καλή αρχή λοιπόν...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τι παιχνίδι κι αυτό! Να δίνει κανείς το κλειδί της καρδιάς του με έναν τέτοιο τρόπο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ->hide and seek
    ...και ποιός είπε ότι τελείωσε; ακόμα δεν αποκοιμήθηκαν, άλλωστε...

    ->SummerDream
    Τι παιχνίδι κι αυτό! ...κι ο άλλος να το δέχεται σαν πολυτιμότερο δώρο ζωής, που σε κάνει να μην ξέρεις πως να αντιδράσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ποιά έμπνευση ζωγράφισε αυτήν την ιστορία,την τόσο όμορφα αποτυπωμένη;
    Ποιός πόθος θόλωσε τα τζάμια και ποιά μουσική στόλισε τις αμαρτωλές λεπτομέρειες;
    Θα συμφωνήσω.Δεν ήθελα να τελειώσει αυτή η ιστορία.
    Ανυπομονώ.

    Φιλιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ένα δάκρυ φάνηκε και στα δικό μου πρόσωπο...για όλες τις στιγμές που έχασα..για όλες τις στιγμές που θα χάσω.Για ένα παρελθόν που δεν χόρτασα...για ένα παρόν αβέβαιο...για ένα άγνωστο μέλλον

    Τα λόγια σου πάντα με αγγίζουν...το ξέρεις αυτό..

    Καληνύχτα με ένα αχνό χαμόγελο

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. ->Assel...
    Καλημέρα. Η ζωγραφιά, τα θολά τζάμια, οι αμαρτωλές λεπτομέρειες... είναι όλα τους η συνέχεια της ίδιας στιγμής, ο ηλεκτρισμός του ίδιου χαδιού, η ηδονή που μεγαλώνει λίγο πριν την αναπόφευκτη έκρηξη, η επιθυμία που γίνεται ευκαρία, η ευκαιρία, που γίνεται παράδοση όχι των όπλων μα των "όλων", των "είναι".

    ->λιμανάκι
    Μέσα στην αβεβαιότητα του παρόντος, η διεκδίκηση όσων θες και όσων αξίζεις, είναι ό,τι, ίσως, θα μειώσει τις απώλειες, θα κάνει τον χώρο σου να μοιάζει πιο γεμάτος και τον χρόνο σου δικό σου. Το παρελθόν που δεν χόρτασες ας το χορτάσεις τώρα. Το άγνωστο μέλλον ας το γνωρίσεις εδώ.

    Καλημέρα να έχεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Τόσο γνώριμη και τόσο μακρινή αυτή η ιστορία.
    Δεν θέλω να μάθω το τέλος θέλω να το ζήσω από την αρχή μέχρι το τέλος.
    Σ'ευχαριστώ καλέ μου γι' αυτή σου την έμπνευση. Είναι ένα άγγιγμα κατευθείαν στη καρδιά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. το δόσιμο θέλει την τελετουργία του, τον πρόλογο, τις παρενθέσεις και την ιερότητά του...

    και χρειάζονται λεπτοί χειρισμοί για να ανοίγεις τα φυλλώματα και να πιάνεις βελούδο...

    κι ύστερα...ίσως να μην γίνονται όλα για το ύστερα...

    ...αλλιώς το τώρα πώς θα βρει έδαφος να υπάρξει;

    φιλιά βρόχινα...έτσι όπως τα φέρνει το φως της λάμπας του δρόμου μέσα απ' το ανοιχτό της καρδιάς παραθύρι...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. ->Gio
    από την αρχη μέχρι το τέλος
    από την κορυφή ώς τα νύχια
    από τις ρίζες των μαλλιών μέχρι τα δάχτυλα των ποδιών
    από τα μάτια μέχρι τα χείλη
    από τον αυχένα μέχρι την άκρη της σπονδυλικής στήλης
    από μέσα μέχρι έξω...
    Καλησπέρα. Να είσαι καλά.

    ->Νεράιδα της βροχής
    ίσως να μν γίνονται όλα για το ύστερα...
    κι όμως το "θέλω" κρύβει "υστερα", πότε καλά και πότε πρόχειρα.

    "το δόσιμο θέλει την τελετουργία του, τον πρόλογο, τις παρενθέσεις και την ιερότητά του..."

    Υποκλίνομαι σε αυτή σου την φράση. Τα λέει όλα. Εκεί στις παρενθέσεις πόσες αγκύλες και πόσα άγκιστρα χωρούν ανάμεσά τους, άραγε;

    Καλό βράδυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Ανώνυμος2/12/08 00:01

    ........ΦΤΟΥ ΚΑΙ ΒΓΑΙΝΩ ΛΟΙΠΟΝ!!!
    Η ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΗ ΚΡΥΨΩΝΑ, ΚΛΕΙΝΕΙ 1 ΧΡΟΝΟ ΖΩΗΣ!!!!!!!!!!!!!
    ΘΕΛΩ ΛΟΙΠΟΝ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ ΝΑ ΕΥΧΗΘΩ ΑΥΤΟΣ Ο ΤΟΣΟ ΟΜΟΡΦΟΣ ΧΩΡΟΣ ΣΠΟΝΔΗΣ ΣΤΗΝ ΜΙΚΡΗ ΘΕΑ ΙΛΕΜΑ, ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΓΙΑ ΠΟΛΛΑ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΚΟΜΑ, ΜΕΧΡΙ Η ΜΙΚΡΗ ΘΕΑ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΣΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΩΡΙΜΑΣΕΙ, ΚΑΙ Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΚΡΥΨΩΝΑΣ, ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΙ ΝΑ ΕΜΠΝΕΕΤΑΙ, ΝΑ ΓΡΑΦΕΙ, ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΑΓΓΙΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΤΟΥ!!!!!

    ΙΩΑΝΝΑ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. ->Ιωάννα
    αυτό κι αν είναι surprise!!!
    κι εγώ εύχομαι με την σειρά μου, η μικρή Θεά να συχεχίζει να ενσαρκώνεται στα μάτια της μούσας που δίνει το ερέθισμα έτσι ώστε οι σκέψεις να γίνονται λέξεις, και στά μάτια της ζωής που μας ξαφνιάζει κάθε μέρα, αρκεί να το πιστεύουμε - να το επιτρέπουμε, και δίνει το φιλί της ζωής έτσι ώστε οι λέξεις να γίνονται πράξεις.

    Σε ευχαριστώ που ένα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα είδες το πεφταστέρι και το μετουσίωσες σε ευχή εδώ. Φτου και βγαίνεις λοιπον!

    Χρόνια μας καλά, ζωντανά κι ελεύθερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Πολύ ομορφο/αυτο μονο/ευχαριστω

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. "Σε θελω ακομη κι οταν ολοκληρωτικα σε εχω " .... ειχα διαβασει καποτε και το ζηλεψα.

    Σε φιλω dim μου !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. ->Άρτεμις
    καλώς πέρασες από την κρυψώνα μου. Καλό κρυφτό να έχεις... και σύντομα να ανακαλύψεις ό,τι ψάχνεις...

    ->Dee Dee
    "Σε θελω ακομη κι οταν ολοκληρωτικα σε εχω "...

    ουτοπικά όμορφο...
    γιατί και η ουτοπία είναι σαν τον έρωτα και την άληθεια
    άπιαστη μα διεκδικίσιμη...

    Να είσαι καλά που περνάς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή